Έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Κρήτης, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Μπαρτσελόνα και την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας στην Αθήνα, δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Epidemiology and Community Health τον Δεκέμβριο του 2013.

Η έρευνα επιβεβαιώνει σε έναν πληθυσμό βρεφών στην Ελλάδα την συσχέτιση ανάμεσα στην διάρκεια μητρικού θηλασμού και την νοητική ανάπτυξη των παιδιών.

Πλέον υπάρχει επιστημονικό consensus και επαρκής ποιότητα επιστημονικών αποδείξεων ότι ο μητρικός θηλασμός συσχετίζεται με βελτιωμένη ψυχοκινητική ανάπτυξη, με βάση ευρήματα από πολλές πληθυσμιακές μελέτες.

Παρά το γεγονός ότι αυτές οι μελέτες, λόγω των εγγενών αδυναμιών τους στον σχεδιασμό και του δεοντολογικά και ηθικά αδύνατου να γίνουν διπλές τυφλές κλινικές δοκιμές για το θέμα, δεν μπορούν να αποδείξουν ότι η σχέση είναι αιτιολογική, υπάρχουν πολλά στοιχεία πλέον που αποδεικνύουν με βάση τις αρχές της στατιστικής επιστήμης, ότι υπάρχει δυνατή συσχέτιση,δοσο-εξαρτώμενη (περισσότερη διάρκεια θηλασμού σημαίνει ακόμα πιο βελτιωμένες εκβάσεις, και πιο αποκλειστικός θηλασμός μεταφράζεται σε πιο βελτιωμένες εκβάσεις), ενώ υπάρχει και βιολογική αιτιολόγηση (biological plausibility) – λόγω ισχυρότερων δεσμών που αναπτύσσονται μεταξύ μητέρας και παιδιού, λόγω των ωφέλιμων λιπαρών που υπάρχουν στο μητρικό γάλα.

Η ελληνική μελέτη είχε προοπτικό σχεδιασμό – δηλαδή παρακολούθησαν μια ομάδα παιδιών, από την γέννηση σε βάθος χρόνου – στοιχείο που κάνει τα ευρήματα επιστημονικά πιο αξιόπιστα. 

540 ζευγάρια μητέρων – παιδιών από την Κρήτη – μελέτη «Ρία» – μελετήθηκαν.

Στην πορεία του χρόνου αξιολογήθηκαν τα διάφορα χαρακτηριστικά γονιών και παιδιών, όπως και οι πρακτικές θηλασμού, μέσα από ερωτηματολόγια που χορηγήθηκαν στους γονείς κατά την διάρκεια συνεντεύξεων.

Έπειτα, εκπαιδευμένοι ψυχολόγοι εξέτασαν την γνωστική, γλωσσική και κινητική ανάπτυξη των παιδιών στους 18 μήνες της ζωής τους, χρησιμοποιώντας το αξιόπιστο αναγνωρισμένο εργαλείο – κλίμακα Bayley’s of Infant Toddler Development 3rd edition.

Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: βρέθηκε γραμμική θετική συσχέτιση του μητρικού θηλασμού με όλες τις κλίμακες Bayleys, εκτός από εκείνη της αδρής κινητικότητας.

Ακόμα και μετά τον συνυπολογισμό πιθανών παραγόντων σύγχυσης – confounders – διαπιστώθηκε, για κάθε εξτρά μήνα έστω και μη αποκλειστικού θηλασμού:

• Αύξηση 0.28 μονάδες στην κλίμακα γνωσιακής ανάπτυξης
• Αύξηση 0.29 μονάδες στην κλίμακα επικοινωνίας κατανόησης
• Αύξηση 0.30 μονάδες στην κλίμακα επικοινωνίας έκφρασης
• Αύξηση 0.29 μονάδες στην κλίμακα λεπτής κινητικότητας,
συγκριτικά με βρέφη που δεν είχαν θηλάσει καθόλου.

Πιο απλά, κάθε επιπλέον μήνας μητρικού θηλασμού αυξάνει την ψυχοκινητική ανάπτυξη του παιδιού, με εξαίρεση την αδρή κινητικότητα – πότε το μωρό κάθισε, πότε περπάτησε, έτρεξε κλπ – η οποία έτσι και αλλιώς έχει την μικρότερη σημασία ως προς την μακροπρόθεσμη ψυχοκινητική ωρίμανση του παιδιού σε βάθος χρόνου. 

Για παράδειγμα ένα παιδί που θήλασε 12 μήνες, συγκριτικά με εκείνο που δεν θήλασε καθόλου, βρέθηκε στους 18 μήνες να έχει περίπου 3 ½ μονάδες πιο βελτιωμένη ωρίμανση στην γνωσιακή λειτουργία, στην λεπτή κινητικότητα και στην επικοινωνία.

Παιδιά που είχαν θηλάσει για παραπάνω από 6 μήνες διαπιστώθηκε να έχουν 4.4 μονάδες αύξηση στην κλίμακα της λεπτής κινητικότητας, συγκριτικά με παιδιά που δεν είχαν θηλάσει καθόλου.

Οι Έλληνες ερευνητές συμπέραναν ότι μεγαλύτερη διάρκεια μητρικού θηλασμού συνδέεται με αυξημένα σκορ στην γνωσιακή, γλωσσική και λεπτή κινητική ανάπτυξη του παιδιού στους 18 μήνες της ζωής του, ανεξάρτητα από ένα μεγάλο εύρος χαρακτηριστικών γονιών και βρεφών, δηλαδή επιβεβαίωσαν δοσο-εξαρτώμενη σχέση.

Αυτή η μελέτη από την Κρήτη έρχεται να μας δώσει τα εξής επιπλέον στοιχεία:

 Για πρώτη φορά μια τόσο καλά σχεδιασμένη μελέτη έρχεται να αναδείξει θετική συσχέτιση του θηλασμού με το IQ σε Ελληνόπαιδα.

Ακούγεται συχνά το εντελώς αντεπιστημονικό επιχείρημα ότι ευρήματα από παρόμοιες μελέτες σε άλλες χώρες δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή σε παιδιά στην Ελλάδα.

Η επιστήμη όμως είναι ίδια παντού και συχνά στην Ελλάδα δεν έχουμε ούτε τις ερευνητικές δυνατότητες ούτε και χρειάζεται να αποδεικνύουμε εγχώρια ό,τι είναι γνωστό εκτός συνόρων.

Ακόμα και για κάποιους δύσπιστους που πιστεύουν μόνο σε «ελληνικές» μελέτες, η μελέτη αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει ότι πολλά από όσα ξέρουμε για τις ευεργετικές ιδιότητες του θηλασμού στην ψυχοκινητική ανάπτυξη των παιδιών ισχύουν και για τα παιδιά στην Ελλάδα.

• Η έρευνα, με το καλό στήσιμό της, επιβεβαιώνει άλλες πρόσφατες από διάφορα μέρη του κόσμου, που, αποκλείοντας σημαντικούς παράγοντες σύγχυσης, όπως την εκπαίδευση της μητέρας και την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση των γονιών, που μπορεί να επηρεάζουν τα αποτελέσματα, αναδεικνύουν τον θηλασμό ως ανεξάρτητο στατιστικά παράγοντα ενίσχυσης του IQ των παιδιών.

• Η ελληνική μελέτη προσθέτει επιπλέον στοιχεία σε συγκεκριμένους τομείς ανάπτυξης, αναδεικνύοντας εμφανείς διαφορές στην ηλικία των 1 ½ ετών και στον τομέα της επικοινωνίας και στον τομέα της συνεργασίας χεριού – ματιού, του συντονισμού των κινήσεων και της λεπτής κινητικότητας.

• Η έρευνα, επίσης με τον καλό σχεδιασμό της, αναδεικνύει την σχέση δόσης – απάντησης με προοπτικό τρόπο, πράγμα που ενισχύει πολύ σημαντικά την πιθανότητα η στατιστική συσχέτιση να είναι αληθινή συσχέτιση.

Επιπλέον σχόλια για την έρευνα:

• Όπως και σε πολλές άλλες μελέτες σχετικά με την βρεφική διατροφή, η μελέτη αυτή είναι πολύ πιθανό να υποεκτιμά την πραγματικότητα και να βγάζει συσχέτιση του θηλασμού με την ψυχοκινητική ανάπτυξη των παιδιών λιγότερο ισχυρή από αυτήν που ισχύει στην πραγματικότητα.

Αυτό γιατί τα μέγιστα αποτελέσματα είναι πιθανό να προέκυπταν εάν συγκρίναμε μια ομάδα παιδιών που θήλασαν αποκλειστικά για έξι μήνες, και συνέχισαν ελεύθερο κατά απαίτηση θηλασμό για τουλάχιστον 2 χρόνια, με ομάδα παιδιών που δεν θήλασαν καθόλου.

• Τα στοιχεία θα ήταν ακόμα περισσότερο αξιόπιστα και σημαντικά, εάν γινόταν προοπτική, και όχι αναδρομική καταγραφή του ιστορικού θηλασμού των παιδιών.

Οι ερευνητές ρώτησαν στην ηλικία των 9 μηνών και των 18 μηνών για πόσο διάστημα θήλασαν τα βρέφη.

Εάν η καταγραφή ήταν σε τακτικά διαστήματα προοπτικά από την γέννηση, με στοιχεία για αποκλειστικό ή μη θηλασμό, τα αποτελέσματα θα ήταν ακόμα πιο σημαντικά.

• Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, σε αυτόν τον πληθυσμό παιδιών που μελέτησαν από την Κρήτη, 89% των παιδιών ξεκίνησαν τον θηλασμό – ακριβώς ίδιο ποσοστό με εκείνο που βρέθηκε στην τελευταία εθνικά αντιπροσωπευτική καταγραφή το 2009.

52% θήλασαν μεταξύ 1 και 6 μηνών – έστω και μη αποκλειστικά – κοντά στο 40% οποιουδήποτε θηλασμού στους 6 μήνες που κατέγραψε η εθνική μελέτη του 2009.

Και μόλις 35% των παιδιών συνέχιζαν να θηλάζουν – έστω και λίγο – μετά τους 6 μήνες της ζωής τους.

Τα στατιστικά αυτά δείχνουν ότι κατά τα τελευταία 5 χρόνια μάλλον δεν έχουν αλλάξει και πολλά προς το καλύτερο με τα ποσοστά μητρικού θηλασμού στην Ελλάδα, πράγμα απογοητευτικό.

Χρειάζεται μεγαλύτερη και συστηματική και πολύπλευρη προσπάθεια από την πλευρά της πολιτείας για να αλλάξει η κατάσταση.

• Στην γνωσιακή λειτουργία, νήπια που δεν θήλασαν ποτέ είχαν μέσο σκορ 97, ενώ νήπια που είχαν θηλάσει για πάνω από 6 μήνες είχαν μέσο σκορ 104.

Υπενθυμίζουμε ότι, σε πληθυσμιακό επίπεδο, έρευνες έχουν δείξει ότι μια αύξηση στον πληθυσμό του IQ των ενηλίκων κατά ένα μόλις βαθμό ισοδυναμεί με εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο σε αύξηση παραγωγικότητας και οικονομικής δραστηριότητας.

Ψάχνουμε ακόμα για το πώς να πληρώνουμε δόσεις και να βγούμε από κρίσεις;

Εδώ επιβάλλεται ο σχεδιασμός μιας άμεσης πολιτικής δημόσιας υγείας, για να ωφεληθεί η κοινωνία. 

Πηγή: Leventakou V et al. Breastfeeding duration and cognitive, language and motor development at 18 months of age: Rhea mother–child cohort in Crete, Greece. J Epidemiol Community Health doi:10.1136/jech-2013-202500 

Μετάφραση/ Σχολιασμός: Στέλιος Παπαβέντσης MBBS MRCPCH DCH IBCLC 2013

Αφήστε μια απάντηση