Τα επίπεδα των ανοσοκυττάρων στο γάλα της θηλάζουσας γυναίκας μπορούν να δείξουν την κατάσταση της υγείας τόσο της ίδιας όσο και του βρέφους της, υποστηρίζει μελέτη με ελληνική συμμετοχή.

Το μητρικό γάλα αποτελεί χωρίς αμφιβολία έναν φυσικό «θησαυρό» του οποίου η αξία αποδεικνύεται επιστημονικώς ημέρα με την ημέρα.

Και όμως συνεχίζει να είναι ένας «θησαυρός» σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητος που κρύβει μέσα του πολλά ακόμη… πλούτη υγείας για τον πληθυσμό, όπως δείχνουν νέα ερευνητικά στοιχεία τα οποία φέρουν μάλιστα ελληνική υπογραφή.

Η επίκουρη καθηγήτρια στη Σχολή Χημείας και Βιοχημείας του Πανεπιστημίου της Δυτικής Αυστραλίας στο Περθ κυρία Φωτεινή Χασιώτου, είναι μαζί με την υπόλοιπη Ερευνητική Ομάδα Χάρτμαν για τον Ανθρώπινο Θηλασμό, (ο καθηγητής Πίτερ Χάρτμαν ήταν ο πρώτος επιστήμονας που εντόπισε βλαστικά κύτταρα στο μητρικό γάλα πριν από περίπου επτά χρόνια), μια ομάδα… εξερεύνησης ενός από τα σημαντικότερα μεταβολικά όργανα του σώματος, του μαστού και του φυσικού «προϊόντος» που παράγει κάνοντας ένα «δώρο ζωής» στη γυναίκα αλλά και στο βρέφος της.

Και η εξερεύνηση έφερε τώρα στο φως μια άλλη άγνωστη πτυχή του «πολυπρόσωπου» αυτού οργάνου.

Με μελέτη τους που αναμένεται να δημοσιευθεί σύντομα στην επιθεώρηση «Clinical & Translational Immunology» και την οποία παρουσιάζει σήμερα «Το Βήμα», οι επιστήμονες από την Αυστραλία με κύρια συγγραφέα την κυρία Χασιώτου αναφέρουν ότι ανοσοκύτταρα που εντοπίζονται στο μητρικό γάλα μπορούν να αποτελέσουν δείκτη της υγείας της μητέρας αλλά και του βρέφους της.

Τι σημαίνει πρακτικά αυτό;

Οτι κάποια ημέρα το μητρικό γάλα θα μπορεί να προσφέρει ένα εύκολο, φθηνό, μη παρεμβατικό τεστ για τη διάγνωση λοιμώξεων τόσο της θηλάζουσας γυναίκας όσο και του μωρού της!

Ένας νέος δείκτης λοιμώξεων

Όπως εξηγεί η Ελληνίδα ερευνήτρια στο «Βήμα», στο παρελθόν είχαν υπάρξει κάποιες μελέτες οι οποίες διερευνούσαν τα ανοσοκύτταρα του μητρικού γάλακτος.

Ωστόσο, οι μελέτες εκείνες είχαν επικεντρωθεί στο πρωτόγαλα (το αραιό, κίτρινο και άκρως πλούσιο σε αντισώματα υγρό που παράγουν οι μαστοί κατά τις τρεις πρώτες ημέρες μετά τη γέννα).

«Εμείς αναλύσαμε τόσο το ώριμο μητρικό γάλα όσο και το πρωτόγαλα. Μελετήσαμε γυναίκες κατά τη διάρκεια της γαλουχίας – όταν ήταν υγιείς και όταν είτε οι ίδιες  είτε τα μωρά τους έπασχαν από διάφορες λοιμώξεις – και αναλύσαμε τα επίπεδα των λευκών αιμοσφαιρίων στο μητρικό γάλα».

Συγκεκριμένα οι ερευνητές μελέτησαν 21 γυναίκες –  ορισμένες εξ αυτών εμφάνισαν κάποια στιγμή λοιμώξεις όπως γαστρεντερίτιδες, ωτίτιδες, μαστίτιδες.

Ανακάλυψαν ότι μέσα στις δύο πρώτες εβδομάδες από τη γέννα τα επίπεδα των λευκών αιμοσφαιρίων στο μητρικό γάλα έπεφταν δραματικά – στο 1%-2% επί του συνόλου των κυττάρων του γάλακτος – και παρέμεναν σε αυτά τα χαμηλά επίπεδα καθ’ όλη τη διάρκεια της γαλουχίας, εκτός και αν εμφανιζόταν λοίμωξη είτε της μητέρας είτε του παιδιού της.

Σε περίπτωση λοίμωξης τα λευκά αιμοσφαίρια εκτοξεύονταν σε επίπεδα που έφθαναν ως και στο 94% επί του συνόλου των κυττάρων του γάλακτος.

Φάνηκε μάλιστα ότι τα επίπεδά τους κάθε φορά εξαρτώνταν από το είδος της λοίμωξης: για παράδειγμα, τα υψηλότερα επίπεδα λευκών αιμοσφαιρίων κατεγράφησαν σε περιπτώσεις μαστίτιδας της μητέρας.

Οταν η λοίμωξη είχε πια περάσει, τα ανοσοκύτταρα επανέρχονταν στα προηγούμενα χαμηλά τους επίπεδα.

Τι μας δείχνουν με απλά λόγια αυτά τα ευρήματα;

Σύμφωνα με την κυρία Χασιώτου «μαρτυρούν πως το μητρικό γάλα μπορεί να αποτελέσει ένα εύκολο και απλό διαγνωστικό μέσο καταγραφής και μέτρησης της υγείας της μητέρας αλλά και του παιδιού». 

Επόμενος στόχος το διαγνωστικό τεστ

Μάλιστα η ελληνίδα ερευνήτρια μας πληροφόρησε πως τη στιγμή της τηλεφωνικής συζήτησής μας, εκείνη στην άλλη άκρη του κόσμου, βρισκόταν μπροστά στον υπολογιστή της αναλύοντας νέα αποτελέσματα σχετικά με το αν και κατά πόσον οι διαφορετικοί τύποι ανοσοκυττάρων που εντοπίζονται στο μητρικό γάλα μπορούν να δείξουν όχι μόνο αν υφίσταται λοίμωξη αλλά και τι είδους είναι αυτή κάθε φορά καθώς και αν η λοίμωξη έχει «πλήξει» τη μητέρα ή το μωρό της (μητέρα και βρέφος γίνονται «συγκοινωνούντα δοχεία» κατά το θηλασμό).

Η ειδικός υπογράμμισε ότι πρέπει γενικώς να αναλογιστούμε πως ο μαστός κατά τη διάρκεια της γαλουχίας αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μεταβολικά όργανα – είναι χαρακτηριστικό ότι το 25% της ενέργειας της θηλάζουσας μητέρας «επενδύεται» στη δημιουργία γάλακτος – στο οποίο δεν έχει δοθεί η δέουσα σημασία.

«Η επιστήμη έχει ασχοληθεί πολύ περισσότερο με τον καρκίνο του μαστού και όχι με τη φυσιολογική λειτουργία του οργάνου, με τις ιδιότητές του όταν είναι υγιές. Οι έρευνές μας δείχνουν πως οι μαστοί και το πολύτιμο προϊόν τους, το μητρικό γάλα, κρύβουν πολλά και θαυμαστά για τους επιστήμονες και όχι μόνο». 

Ισως λοιπόν στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον η θηλάζουσα γυναίκα να μπορεί να επισκέπτεται τον γιατρό της, να δίνει λίγο από το γάλα της και να λαμβάνει αναφορά για την κατάσταση της υγείας της αλλά και εκείνης του μωρού της.

Με τρεις λέξεις: υγρή διάγνωση… εν λευκώ!

ΑΝΑΓΕΝΝΗΤΙΚΗ ΙΑΤΡΙΚΗ

Θησαυρός τα βλαστοκύτταρα του γάλακτος

Η κυρία Χασιώτου και η υπόλοιπη ομάδα από το Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αυστραλίας έχουν επίσης θέσει κάτω από το μικροσκόπιό τους τα βλαστικά κύτταρα του μητρικού γάλακτος, τα οποία φαίνεται να είναι άκρως υποσχόμενα για το μέλλον της αναγεννητικής ιατρικής.

Αποτελέσματα αυτής της ερευνητικής δουλειάς υπάρχουν εδώ

Όπως μας ενημερώνει η κυρία Χασιώτου, τα πειράματα της ομάδας προχώρησαν και τα νέα ευρήματα ενισχύουν ακόμη περισσότερο την πεποίθηση σχετικά με τις πολυδύναμες ιδιότητες των βλαστικών κυττάρων του μητρικού γάλακτος.

Ένας λόγος παραπάνω για αισιοδοξία, καθώς τα κύτταρα αυτά δείχνουν να ξεπερνούν τους σημαντικούς «σκοπέλους» της ογκογένεσης με τους οποίους συνδέονται τα κατά τ’ άλλα άκρως «εύπλαστα» εμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα.

Πώς μπορεί να ξεπερνιέται αυτό το μεγάλο εμπόδιο; ρωτήσαμε την ειδικό.

Μας απάντησε ότι «τα βλαστικά κύτταρα του μαστού είναι ενήλικα και φαίνεται ότι έχουν υποστεί αλλαγές κατά την ανάπτυξή τους οι οποίες τα κάνουν πολυδύναμα, χωρίς όμως την ίδια στιγμή να τους “χαρίζουν” την ικανότητα να προκαλούν όγκους, όπως συμβαίνει με τα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα.

Οπως όλα μέχρι στιγμής δείχνουν, η εισαγωγή εμβρυϊκών βλαστικών κυττάρων σε ενήλικα όργανα προκαλεί όγκους, η εισαγωγή όμως ενηλίκων βλαστοκυττάρων σε ενήλικα όργανα δεν συνδέεται με τέτοιους είδους προβλήματα.

Μάλιστα πειράματά μας σε ποντίκια επιβεβαίωσαν ότι τα βλαστικά κύτταρα του μητρικού γάλακτος δεν προκαλούν όγκους».

Η Ελληνίδα επιστήμονας εξηγεί ότι ήδη από την εγκυμοσύνη οι μαστοί της γυναίκας αρχίζουν να υφίστανται αλλαγές, οι οποίες συνεχίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια του θηλασμού.

«Σε όλη αυτή την περίοδο εμφανίζεται αύξηση των πολυδύναμων κυττάρων του μαστού. Όταν η γυναίκα δεν είναι έγκυος, τα βλαστικά κύτταρα είναι λιγότερα από 1%, όταν θηλάζει όμως στο γάλα εντοπίζονται ποσοστά που μπορεί να φθάνουν ως και το 30%».

Κατά την κυρία Χασιώτου τα βλαστικά κύτταρα του μητρικού γάλακτος μπορούν να προσφέρουν πλήθος… υπηρεσιών στους ερευνητές, όπως πλήθος υπηρεσιών φαίνεται να προσφέρουν και στα βρέφη των γυναικών που θηλάζουν.

«Τα κύτταρα αυτά πρέπει να παίζουν σημαντικό ρόλο στη φυσιολογική ανάπτυξη του βρέφους. Συγχρόνως μπορούν να βοηθήσουν τους επιστήμονες στο να κατανοήσουν καλύτερα τη βιολογία του μαστού και πιθανώς να χρησιμοποιηθούν για θεραπείες ασθενειών.

Τα μέχρι στιγμής πρώιμα πειράματά μας δείχνουν ότι μετατρέπονται σε διαφορετικούς κυτταρικούς τύπους: ινσουλινοπαραγωγά β-κύτταρα του παγκρέατος, ηπατοκύτταρα, νευρώνες και γλοιακά κύτταρα του εγκεφάλου, κύτταρα των οστών και του χόνδρου, λιποκύτταρα, καρδιακά κύτταρα.

Βρισκόμαστε σε φάση περαιτέρω ανάλυσης της διαφοροποίησης των βλαστικών κυττάρων του μητρικού γάλακτος και ελπίζουμε να έχουμε καινούργια δεδομένα μέσα στο επόμενο έτος». 

Μια επιστημονική ελπίδα που… ελπίζεται να έχει άκρως απτή βάση στο μέλλον.

 

Πηγή: http://www.tovima.gr/science/article/?aid=503992

Αφήστε μια απάντηση