Οι Καναδοί γιατροί υπολείπονται σε γνώσεις περί θηλασμού, καταλήγει νέα έρευνα η οποία μ’ αυτό το συμπέρασμα αναδεικνύει ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια στο θηλασμό των νέων μητέρων.

Οι ερευνητές από το Νοσοκομείο Παίδων του Οντάριο (Children’s Hospital of Eastern Ontario (CHEO) υπέβαλαν ερωτήματα σε παιδίατρους, οικογενειακούς γιατρούς και ειδικευόμενους γιατρούς σε όλη την επικράτεια του Καναδά σχετικά με τις γνώσεις τους περί θηλασμού.

Για τους σκοπούς της έρευνας, όρισαν το 70% επιτυχών απαντήσεων ως «αποδεκτό» επίπεδο γνώσης.

Το ποσοστό αυτό είναι το ελάχιστο που πρέπει να επιτύχει ένας παιδίατρος για να περάσει τις εξετάσεις της ειδικότητάς του από το Royal College of Physicians and Surgeons of Canada.

Το μέσο ποσοστό επιτυχίας στο συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο ήταν λιγότερο από 70%.

Οι ερευνητές είπαν ότι οι γιατροί είχαν ελλιπείς γνώσεις σε αρκετά θέματα, όπως στην τεχνική του θηλασμού, στη αποτυχία αναγνώρισης του σωστού τρόπου σύλληψης του στήθους από το μωρό και πίστευαν λανθασμένα ότι αν η μητέρα πίνει περισσότερο γάλα θα αυξήσει την παραγωγή της.

«Βρήκαμε ότι η γνώση των Καναδών γιατρών σε θέματα θηλασμού είναι ελλιπής», έγραψαν οι ερευνητές.

Αν και οι γιατροί γενικά είχαν μεγάλη αυτοπεποίθηση ως προς το θέμα του θηλασμού, οι ερευνητές είπαν ότι «η αυτοπεποίθησή τους ήταν πολύ μικρότερη όταν ερωτήθηκαν για συγκεκριμένα θέματα θηλασμού».

Η στάση και οι συστάσεις του γιατρού επηρεάζουν άμεσα το πόσο καιρό θα θηλάσει μια μητέρα το παιδί της, λένε οι ερευνητές.

Κι όμως, προσθέτουν, έρευνες από διάφορες χώρες δείχνουν ότι πολλοί γιατροί δεν έχουν τα απαραίτητα προσόντα για να προσφέρουν σωστή καθοδήγηση στη θηλάζουσα μητέρα.

«Όλοι οι παγκόσμιοι φορείς υγείας τονίζουν τα διατροφικά και αναπτυξιακά οφέλη του θηλασμού», λέει σε δήλωσή της η κορυφαία ερευνητής και παιδίατρος Dr. Catherine Pound.

«Κι όμως, τώρα βρίσκουμε ένα κενό γνώσης εκεί που κανείς δεν το περιμένει – στους γιατρούς».

Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στο Journal of Human Lactation.

Σύμφωνα με το ερωτηματολόγιο του CHEO, μόνο το 41% των τελειόφοιτων παιδιάτρων και το 54% των τελειόφοιτων ειδικευόμενων γιατρών αισθάνονταν σίγουροι για τις ικανότητές του ως προς τη συμβουλευτική του θηλασμού, σε σύγκρισή με το 73% των οικογενειακών γιατρών και το 74% των παιδιάτρων.

Επίσης σύμφωνα με την έρευνα, λιγότεροι από τους μισούς παιδίατρους και μόνο το 45% των οικογενειακών γιατρών πιστεύουν ότι η εκτίμηση του θηλασμού είναι θέμα πρωταρχικής ευθύνης των γιατρών.

Όμως όπως αναφέρεται και στη έρευνα, η Παιδιατρική Ακαδημία του Καναδά, η Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία και η Αμερικανική Ακαδημία των Οικογενειακών Ιατρών λένε ότι η εκτίμηση και η διαχείριση του θηλασμού είναι ευθύνη των γιατρών.

Συγκεκριμένοι παράγοντες σχετίστηκαν με μεγαλύτερη γνώση του θηλασμού, όπως αν ο γιατρός:

  • Ήταν γυναίκα
  • Ήταν μεταξύ 30 και 50 ετών
  • Είχε εμπειρία με ασθενείς κάτω του ενός έτους
  • Είχε προσωπική εμπειρία θηλασμού.

«Οι γιατροί θα ωφελούνταν πολύ εάν είχαν καλύτερη εκπαίδευση ώστε να προσφέρουν την καλύτερη δυνατή φροντίδα στα μωρά και στις μητέρες τους».

Η Pound λέει ότι είναι σημαντικό για τις μητέρες να καταλάβουν ότι οι γιατροί τους μπορεί να μην έχουν τα απαιτούμενα προσόντα για να τις βοηθήσουν με το θηλασμό.

Και συμβουλεύει τις μητέρες να αναζητήσουν βοήθεια και υποστήριξη για το θηλασμό «κάπου άλλου, για την ώρα», μέχρι να τεθούν σε εφαρμογή νέα εκπαιδευτικά προγράμματα για τους γιατρούς.

Πηγή

Μετάφραση: Βίκυ Φαρδογιάννη – Πιστοποιημένη Σύμβουλος Θηλασμού IBCLC

Αφήστε μια απάντηση